men$513720$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

men$513720$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
MEN; Men (film)

men      
n. άνδρες
men at work         
AUSTRALIAN ROCK BAND
Men At Work; Men at work
γίνονται έργα
panty hose         
  • Fishnet pantyhose
  • The [[Macarte Sisters]] wearing tights under their [[leotard]] based costumes in 1910
  • Sheer tights with a control-top
  • Pantyhose brief styles (top to bottom, left to right): control-top, sheer-to-waist and simple-panty sections
  • Pantyhose [[vending machine]] at [[Town Hall railway station, Sydney]], Australia
SHEER STOCKINGS WOVEN IN ONE WITH PANTIES
Panty hose; Pantyhose for men; Pantyhoes; Tights for men; Men in pantyhose; Boxerhose; Mantyhose; Pantihose; Brosiery; Guylons; Sheer tights
καλτσό

Ορισμός

Yamen
·add. ·noun In China, the official headquarters or residence of a mandarin, including court rooms, offices, gardens, prisons, ·etc.; the place where the business of any public department is transcated.

Βικιπαίδεια

Men (disambiguation)

Men is the plural of man, for an adult male human being.

Men or MEN may also refer to: